Halloween party ideas 2015

«Σύμπτωμα ενός "παλιού κόσμου που πεθαίνει"» χαρακτήριζε την Τετάρτη η «Λε Μοντ» την αποχώρηση του Εμανουέλ Μακρόν από την κυβέρνηση Ολάντ - Βαλς, την οποία ο πρώην υπουργός Οικονομίας της Γαλλίας ανακοίνωσε σε μια περίοδο που επανέρχεται αυξημένη η ανησυχία για το μέλλον της γαλλικής αλλά και γενικά της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Σε κεντρικό της άρθρο στο οποίο αφιέρωσε την παραίτηση Μακρόν, ως μια από τις «ναυαρχίδες» των γαλλικών αστικών ΜΜΕ, η «Λε Μοντ» εξέφραζε την ανησυχία της για την «αχρηστία των πολιτικών κομμάτων, αρχής γενομένης από το Σοσιαλιστικό Κόμμα» που υπήρξε «ανίκανο να γίνει φορέας νέων ιδεών και να κινητοποιήσει συλλογικές ενέργειες», όπως και για το «απαρχαιωμένο μας πολιτικό σύστημα, αποκομμένο από την πραγματικότητα, υπονομευμένο από "συμβιβασμούς της τελευταίας στιγμής", ανίκανο να οργανώσει "έναν ιδεολογικό συμβιβασμό σε βάθος" πάνω στον οποίο θα οικοδομηθεί το μέλλον». Μάλιστα, συνεχίζοντας να διατυπώνει τον προβληματισμό (τουλάχιστον τμημάτων) του γαλλικού κεφαλαίου για τη δυσκολία πολιτικής συνεννόησης στη χώρα, η εφημερίδα συνέχιζε: «Από την άλλη μεριά, ο πολιτικός χώρος στον οποίο τοποθετείται ο Εμανουέλ Μακρόν και τον οποίο προσπαθεί να ενσαρκώσει, αποτελεί για τη Γαλλία μια φαντασίωση: η μεγάλη συμμαχία των "προοδευτικών" ενάντια στους συντηρητικούς όλων των αποχρώσεων. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι, πέρα από τις ρίζες της στην ιστορία της χώρας, αυτή η διάσπαση μεταξύ αριστεράς και δεξιάς δομείται στις προεδρικές εκλογές και τα εκλογικά μας συστήματα που επιβάλλουν αυτό το διπολισμό».
«Μπροστά!» για το κεφάλαιο
Η ανακοίνωση της παραίτησης Μακρόν προκάλεσε ανάμεικτες αντιδράσεις. Ως πρωτεργάτης στην προώθηση πολλών μεταρρυθμίσεων (π.χ. νέα απελευθέρωση του ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων και περαιτέρω χτύπημα της κυριακάτικης αργίας), ο Μακρόν προκαλούσε εδώ και καιρό τον προβληματισμό του «αριστερού» τμήματος του κυβερνώντος Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS), που εξέφρασε την «ανακούφισή» του, εκτιμώντας ότι ίσως διευρυνθούν τα περιθώρια για να «ανανεώσει» το PS την «προοδευτική» του εικόνα. Από την άλλη μεριά, υπήρξαν αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες ο Μακρόν ίσως μπορέσει να συσπειρώσει το «κεντρώο» τμήμα του PS και γενικά τον «κεντρώο» χώρο.
Πάντως, οι επόμενες κινήσεις του Μακρόν ίσως προσθέτουν νέα «εργαλεία» στη φαρέτρα των Γάλλων αστών να επιδιώξουν την ανάκτηση χαμένης δύναμης έναντι των ανταγωνιστών τους. Για τα λαϊκά στρώματα τίποτα προς το συμφέρον τους δεν σηματοδοτούν. Η ίδρυση (από την περασμένη άνοιξη) της πολιτικής κίνησης «En Marche!» («Μπροστά!») του Μακρόν, της οποίας τις θέσεις θα παρουσιάσει τις επόμενες βδομάδες, συνδέεται με ευρύτερες διεργασίες εντός Γαλλίας αλλά και γενικά εντός Ευρώπης, για το μείγμα διαχείρισης της κρίσης και προσπάθειας «αντιμετώπισης» της οικονομικής στασιμότητας που υπάρχει, για την έκταση και τις προτεραιότητες που θα χαρακτηρίζουν τη συνεργασία μεταξύ κρατών και μονοπωλιακών ομίλων.
Εχει σημασία, πάντως, ότι ο Μακρόν εμφανιζόταν από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε το υπουργείο Οικονομίας υποστηρικτής μιας πιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής ως ένας μοχλός για επενδύσεις και μιας μορφής διακυβέρνησης με την οποία η Γερμανία έχει αντιρρήσεις. «Η Ευρώπη δε θα ανακάμψει αν δεν υπάρξει μεγαλύτερη γαλλο-γερμανική σύγκλιση. Αυτή η σύγκλιση περνάει από μεταρρυθμίσεις στη Γαλλία και από την επανεξέταση στη Γερμανία της δημοσιονομικής και επενδυτικής πολιτικής της», έλεγε σε δηλώσεις του, εκφράζοντας ανοιχτά και τον προβληματισμό της γαλλικής πλουτοκρατίας για την πολιτική της ΕΕ. Για παράδειγμα, σε παλιότερη συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα «Suddeutsche Zeitung», είχε επισημάνει ότι αποτελεί κίνδυνο «μια νέα μορφή συντηρητισμού, την οποία αποτελεί ο φετιχισμός του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, η γοητεία που ασκεί η μείωση του χρέους, που αποτελεί επίσης σύμπτωμα μιας γηράσκουσας χώρας». Τότε, επέμεινε στην πρόταση που συχνά το Παρίσι επαναφέρει για δημιουργία μιας «οικονομικής κυβέρνησης στην Ευρωζώνη», με έναν αρμόδιο Επίτροπο που δε θα είναι απλά αρμόδιος «για τα δημοσιονομικά στο εσωτερικό της Ευρωζώνης», αλλά «θα προσφέρει πόρους για επενδύσεις ή θα έχει λόγο στην εργασιακή πολιτική». Ζητούσε «μεγαλύτερο (κοινό) προϋπολογισμό» (στην ΕΕ), με το σκεπτικό ότι «τα περισσότερα χρήματα είναι απαραίτητα ώστε να προστατευθούν τα κράτη - μέλη από τις οικονομικές αναταράξεις» και καλούσε τη Γερμανία «να σπάσει κάποια ταμπού, καθώς μέχρι τώρα το Βερολίνο απορρίπτει κατηγορηματικά τα σχέδια για μια ένωση μεταφοράς χρημάτων. Αν τα κράτη - μέλη, όπως πριν, δεν είναι έτοιμα να δεχτούν ένα είδος μεταφοράς χρημάτων στο εσωτερικό της Ευρωζώνης, μπορούμε να ξεχάσουμε το ευρώ και την Ευρωζώνη! Δεν μπορεί να υπάρξει νομισματική ένωση χωρίς την εξίσωση των δημοσιονομικών (των χωρών - μελών)! Οι ισχυροί πρέπει να βοηθήσουν».
Αν και παρόμοια πολιτική εκφράζεται από τη γαλλική κυβέρνηση, υπάρχουν διαφορές στα σημεία και ίσως στην τακτική αντιπαράθεσης με τη Γερμανία.
Η υποψηφιότητα Μοντεμπούργκ
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ενδιαφέρον έχουν και άλλες διεργασίες που επιταχύνονται, ενόψει των προεδρικών εκλογών που θα γίνουν την ερχόμενη άνοιξη. Στις 21 Αυγούστου, ο προκάτοχος του Μακρόν στο υπουργείο Οικονομίας, Αρνό Μοντεμπούργκ, ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του για την προεδρία της χώρας, παρουσιάζοντας «ένα μεγάλο Εναλλακτικό Σχέδιο για τη Γαλλία», εννοώντας φυσικά για τη διέξοδο που αναζητούν τα γαλλικά μονοπώλια πιεσμένα από την όξυνση του ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και την ένταση της ανισομετρίας, εντός και εκτός Ευρώπης, με την απόσταση που τα χωρίζει από τους ανταγωνιστές τους (και πρώτα τους Γερμανούς) να έχει μεγαλώσει, σε αρκετές περιπτώσεις.
Η υποψηφιότητα Μοντεμπούργκ παρουσιάστηκε από ορισμένους ως «προοδευτική», με την έννοια ότι θα μπορούσε να βάλει φρένο στη συστράτευση του Παρισιού με το («κακό») Βερολίνο.
Ομως, οι προτάσεις που παρουσίασε φανέρωσαν με σαφήνεια ποια τάξη εξυπηρετεί και η δική του υποψηφιότητα.
Ετσι, σε κεφάλαιο για την «επανεκκίνηση της γαλλικής οικονομίας», όπου εκφράζεται ανησυχία για τη (δήθεν) «αποβιομηχάνιση» της Γαλλίας, αναφέρεται: «Επιχειρήσεις διεθνούς εμβέλειας πίσω από τις οποίες κρύβονται έθνη κατακτητές, έρχονται να εμφανιστούν στους τομείς δικών μας μεγάλων ομίλων και βιομηχανικών "διαμαντιών" χωρίς καμία αμυντική παρέμβαση από την πλευρά του κράτους και της κυβέρνησης». Δηλαδή, ανοιχτά διατυπώνεται ο προβληματισμός του γαλλικού κεφαλαίου επειδή μεγάλα «μαγαζιά» στα οποία κυρίαρχες είναι οι δικές του μετοχές χάνουν μερίδια από την αγορά (ντόπια και όχι μόνο), χωρίς κάποια «αμυντική παρέμβαση» της κυβέρνησης. Και για να μην υπάρξουν αμφιβολίες για τις επιχειρήσεις για τις οποίες αγωνιά (και) ο κατά πολλούς «αριστερός» Μοντεμπούργκ, η «εναλλακτική» επισημαίνει ότι «η εκατόμβη μεγαλώνει κάθε χρόνο: TECHNIP, CLUB MED, ALSTOM, ALCATEL, LAFARGE, ALTIS», παραθέτοντας γαλλικά μονοπώλια που περιόρισαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο τις δραστηριότητές τους, στερώντας προφανώς από τους μεγαλοκαπιταλιστές ιδιοκτήτες τους τη δυνατότητα περαιτέρω ανέλιξης στην «πίτα» ενός ή περισσότερων κλάδου, μιας στενότερης ή ευρύτερης αγοράς.
Γενικά, ο Μοντεμπούργκ λανσάρει την ανάγκη να δοθεί βάρος στη φόρμουλα «Μέιντ ιν Φρανς» (σ.σ. Παραγωγή στη Γαλλία), αποτυπώνοντας τη δυσαρέσκεια για μειωμένα πλεονεκτήματα που παρουσιάζουν οι γαλλικές εταιρείες απέναντι σε ανταγωνιστές τους, ειδικά σε διάφορους στρατηγικούς τομείς της βιομηχανικής παραγωγής.
Με αφετηρία την εξυπηρέτηση των στρατηγικών και μακροπρόθεσμων συμφερόντων του γαλλικού κεφαλαίου, που συνδέονται και με τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου, ο Μοντεμπούργκ προτάσσει και τη δημιουργία «μιας συμμαχίας ιστορικής φύσης», ώστε «όλες οι παραγωγικές δυνάμεις (να στρατευτούν πίσω) από τις ΜΜΕ (σ.σ. Μικρο-Μεσαίες Επιχειρήσεις) που παράγουν στη Γαλλία».
Βέβαια, στη Γαλλία όταν μιλάμε για ΜΜΕ αναφερόμαστε σε εταιρείες με πάνω από 200 εργαζόμενους. Η πορεία τέτοιων εταιρειών (ο εκσυγχρονισμός του εξοπλισμού τους, η διεύρυνση των επενδύσεών τους, η στήριξή τους με επιδοτήσεις ή φοροαπαλλαγές κ.τ.λ.) επιδρά σημαντικά στη νομοτελειακή για τον καπιταλισμό διαδικασία της συγκέντρωσης της παραγωγής σε λιγότερα χέρια.
Από αυτή τη σκοπιά, ο Μοντεμπούργκ ζητά «όλος ο κόσμος πρέπει να επιδείξει αυτή τη συλλογική προτίμηση (στις ΜΜΕ και τη στήριξη του "Μέιντ ιν Φρανς")» και δηλώνει ότι «το "Μέιντ ιν Φρανς"... πρέπει να γίνει μια από τις μέγιστες και θεμελιακές πολιτικές προτεραιότητες γύρω από τις οποίες προσπαθώ να συσπειρώσω τους Γάλλους». Επιδιώκει, μάλιστα, να καλλιεργήσει αυταπάτες πως «πρώτα παράγουμε πλούτο πριν τον διανείμουμε», λες και ωφελήθηκαν ποτέ οι εργάτες από την ισχυροποίηση της εργοδοσίας. Τολμά, μάλιστα, να ισχυρίζεται ανερυθρίαστα και ότι «οι εργαζόμενοι είναι συμμέτοχοι στα κέρδη και μπορούν επίσης να είναι συμμέτοχοι στις αποφάσεις και στην ανάπτυξη της εταιρείας τους», συμπληρώνοντας μάλιστα: «Το "Μέιντ ιν Φρανς" αποτελεί μια νέα συμμαχία ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις, ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία». Εκφράζει, δηλαδή, κι αυτός την αγωνία και της γαλλικής πλουτοκρατίας να εγκλωβίσει τις εργατικές - λαϊκές συνειδήσεις πίσω από τις δικές της στρατηγικές επιδιώξεις. Να κερδίσει ανοχή αλλά και στήριξη στην κόντρα της με τους ανταγωνιστές της, κόντρα που για τους λαούς είναι πολλαπλά επικίνδυνη.

Ολοι οι παραπάνω προβληματισμοί έχουν άμεση σχέση με τη διεύρυνση της ανισομετρίας ανάμεσα σε Γερμανία - Γαλλία (ισχυροποιήθηκε η Γερμανία σχετικά με τη Γαλλία), με βασικό παράγοντα επίδρασης σ' αυτό την καπιταλιστική οικονομική κρίση. Γεγονός που εκφράζει έντονες ανησυχίες των γαλλικών μονοπωλιακών ομίλων τόσο στο πλαίσιο της Ευρωζώνης και της ΕΕ, όσο και στην παγκόσμια οικονομία. Σε συνδυασμό δε με τμήματα του κεφαλαίου που αντιδρούν σε Ευρωζώνη - ΕΕ εκφράζοντας φυγόκεντρες τάσεις, αναζητείται διέξοδος εντός ευρώ και ΕΕ, αλλά κόντρα στη σημερινή αυστηρή δημοσιονομική πολιτική και την εναρμόνιση των οικονομιών με βάση τους δείκτες του Συμφώνου Σταθερότητας για τα ελλείμματα και το κρατικό χρέος, αυστηρότητα που τη χρεώνουν στη Γερμανία.

Δημοσίευση σχολίου

Από το Blogger.